Κύριε, τὸ ξέρεις πὼς μπῆκα ἤδη στὰ γηρατειά.
Βοήθησέ με νὰ συνειδητοποιῶ ὅλο καὶ βαθύτερα αὐτὴν τὴν πραγματικότητα, ὥστε νὰ μὴ γίνωμαι τὺ ραννικὸς ἢ βαρετὸς ἢ ἐπαχθής ἢ ἀσυμπαθὴς καὶ σιχαμερὸς στοὺς γύρω μου καὶ ἰδιαίτερα στοὺς τυχὸν σὺνεργάτες μου.
Ἀπάλλαξέ με ἀπὸ τὸ νὰ ἐπιμένω στὶς παλαιωμὲνες ἰδέες μου μὲ πεῖσμα γεροντικό. Δὲν σοῦ ζητῶ νὰ βελτιήσης τὴν κρίση ἢ τὴ μνήμη μου. Μοῦ ἔδωσες τὰ ἀνεκτίμητα αὐτὰ δῶρα σ’ ἕνα βαθμὸ στὴ γόνιμη ἡλικία μου. Σὲ εὐχαριστῶ γιὰ τὸ πολύτιμο αὐτὸ δῶρο τῆς ἀγαθωσύνης Σου. Τώρα πιὰ καθὼς ὑποβαθμίζεται ἡ ὃλη μου βιολογική, ψυχολογικὴ καὶ πνευματικὴ ὕπαρξη, συνακολουθεῖ νομοτελῶς καὶ τῆς κρίσης καὶ τῆς μνήμης μου ἡ ὑποβάθμιση. Συχνὰ αὐτὴ ἡ κατάσταση μὲ μειώνει, μὲ λυπεῖ, μὲ ταπεινώνει ἀφάνταστα καὶ ὄχι σπάνια μὲ ἐξευτελίζει στὰ ἴδιά μου τὰ μάτια ἀναγκὰζοντάς με νὰ ζητῶ ὁλοένα συγγνώμη γιὰ τὶς μικρὲς ἢ τὶς μεγάλες γκάφες μου. Δὲν κατανοῶ βέβαια πλήρως αὐτὴν τὴν ἀλλοίωση. Ὅμως Ἐσύ, Κύριε, ξέρεις πόσο καὶ ἡ σμίκρυνση καὶ συρρίκνωσή μου καὶ στὸ σημεῖο αὐτό μοῦ χρειάζεται. Τὴν ἀποδέχομαι ταπεινά, γιατί Ἐσὺ ξέρεις. Καὶ ἀφοῦ Ἐσὺ ξέρεις, δὲν χρειάζεται νὰ ξέρω ἐγὼ τὸ βαθύτερο γιατί. Ἄλλωστε δὲν μπορῶ νὰ τὴν κατανοήσω. Γιατί λοιπὸν νὰ θλίβωμαι καὶ νὰ πονῶ καὶ γι’ αὐτό; Δὲν πρέπει νὰ ἀποδέχωμαι ταπεινὰ τὴ φθαρτότητα τῆς φύσης μου; Καὶ δὲν πρέπει νὰ ὑποτάσσομαι κι ἐγὼ ταπεινὰ στὴν τάξη, ποὺ Ἐσὺ μὲ τὸση ἀγαθότητα γιὰ τὰ πλάσματά Σου, ἑπομένως καὶ γιὰ μένα, καθώρισες;
Σφράγισε μὲ ἀπαραβίαστη σφραγίδα τὰ φλύαρα χείλη μου γιὰ νὰ μὴν καταπονῶ τοὺς ἄλλους μὲ βαρετές, ἀνούσιες καὶ χωρὶς κανένα ἐνδιαφέρον ἢ νόημα πιὰ χιλιοειπωμένες διηγήσεις παρωχημένων γεγονὸτων κάποιων μακρινῶν καὶ λησμονημένων χρόνων μίας ἀσήμαντης ἐποχῆς. Παράλληλα ὅμως ἁπάλυνε τὶς ἀντιδράσεις καὶ τὶς κρίσεις μου γιὰ τὴν κρίση καὶ τὴ μνήμη τῶν ἄλλων. Καὶ μὴν ἐπιτρέψεις ποτὲ νὰ νιώσω νυγμοὺς ζήλειας γιὰ τὴ φρεσκάδα τῆς μνήμης καὶ τὴ δύναμη τῆς κρίσης τῶν ἄλλων. Κάνε, ἀντίθετα, νὰ χαίρωμαι γι’ αὐτὸ καὶ νὰ Σὲ εὐχαριστῶ ὁλόψυχα γιὰ τὰ ἄνθη τῆς νεότητος, ὅταν τυχαίνη νὰ βρίσκωμαι ἀνάμεσά τους καὶ νὰ ὀσφραίνομαι τὸ ἄρωμά τους.
Δίδαξέ με τὴ σημασία τῶν λόγων τοῦ Ἀποστόλου Σου: «Εἰ καὶ ὁ ἔξω ἡμῶν ἄνθρωπος διαφθείρεται, ἀλλ’ ὁ ἔσωθεν ἀνακαινοῦται ἡμέρα καὶ ἡμέρα» (Β’ Κόρ. δ’ 16). Καὶ νὰ ἀγωνίζωμαι νὰ ζῶ αὐτὴν τὴν πραγματικὸτητα.
Τέλος στήριξε τὰ παραπαίοντα καὶ ἀσταθῆ βήματά μου μὲ τὸν «βραχίονά Σου τὸν ὑψηλόν», ὥστε νὰ μὴν κυλιέμαι πιὰ στὴ γῆ καὶ νὰ φρονῶ τὰ «γεώδη», ἀλλὰ ἀντίθετα νὰ ἔχω στραμμένα τὰ βλέμματά μου στὸν οὐρανὸ καὶ νὰ φρονῶ τὰ οὐράνια, ἕως ὅτου ἀναπαυθῶ στὴ στοργική Σου θεία ἀγκάλη.
Κύριέ μου, Κύριε, Σὲ εὐχαριστῶ. Ἀμήν.
Πηγή: Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου Καρέα