Ἐ π ι μ ν η μ ό σ υ ν η Δ ή λ ω σ η
τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος & Ὑμηττοῦ
Δ α ν ι ή λ
γιά τόν μακαριστό Ἀρχιεπίσκοπο
Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος
Χ Ρ Ι Σ Τ Ο Δ Ο Υ Λ Ο
στήν δέκατη ἐπέτειο τῆς κοιμήσεώς του
(28.1.2008-2018)
Συμπληρώνονται δέκα χρόνια ἀπό τῆς ἐκδημίας πρός τόν Κύριο τοῦ μακαρίᾳ τῇ λήξει γενομένου ἀοιδίμου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κυροῦ Χριστοδούλου. Τελέσαμε τήν θεία Λειτουργία γιά νά ἑνωθοῦμε μυστικά μέ τόν Κύριό μας καί ὅλους τούς Ἁγίους καί ὅσους ἔζησαν μέ πίστη καί ἐλπίδα τῆς αἰωνίου ζωῆς καί προσευχηθήκαμε γιά τόν Πρωθιεράρχη τῆς Ἐκκλησίας μας κατά τήν ἀποστολική προτροπή : «πρῶτον πάντων ποιεῖσθαι δεήσεις, προσευχάς, ἐντεύξεις, εὐχαριστίας, ὑπὲρ πάντων ἀνθρώπων» (Πρός Τιμόθεον Α΄, β΄, 1)
Μέ κατώδυνη ψυχή καί βαθύτατη θλίψη γιά τήν ἀπουσία του ἀπό τήν ζωή μας καί τήν Ἐκκλησία μας στηρίζουμε τήν ἐλπίδα μας στόν Κύριο καί Δεσπότη τῆς ζωῆς μας παρακαλώντας νά μή μᾶς ἐγκαταλείψει.
1) Θυμώμαστε τό τρίπτυχο τῆς ζωῆς καί τῆς διακονίας τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χριστοδούλου
α΄. Πίστη καί σεβασμό στό Θεό
Μία ἐπιδίωξη εἶχε στήν σκέψη του, στίς ἀποφάσεις του, στά ἔργα του νά ὑπηρετήσει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐγώ κατεστάθην ἔλεγε στήν ὑψηλή αὐτή καθέδρα τῆς Ἀρχιερωσύνης γιά νά ἐξαγγέλλω «τό πρόσταγμα τοῦ Κυρίου» ἀνυποχώρητα (Ψαλμοῦ β΄, 6-7). Ἀγωνιζόταν γιά τήν διαφύλαξη τῶν νόμων τοῦ Θεοῦ ἔστω κι ἄν οἱ «ἄνδρες Ἀναθώθ» τόν ἀπειλοῦσαν λέγοντας «οὐ μὴ προφητεύσεις ἐπὶ τῷ ὀνόματι Κυρίου, εἰ δὲ μή, ἀποθάνῃ ἐν ταῖς χερσὶν ἡμῶν» (Ἱερεμίου ια΄, 21). Δέν σοῦ ἐπιτρέπουμε, δηλαδή νά προφητεύεις νά κηρύττεις τά θελήματα τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος ὅμως ὡς ἡρωϊκός Ποιμένας καί Προφήτης ὡς ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἀπαντοῦσε «πειθαρχεῖν μᾶλλον Θεῶ ἤ ἀνθρώποις» (Πράξεων ε΄, 29).
Ὁλόκληρη ἡ ζωή του ἦταν μιά πειθαρχία στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, στούς εὐαγγελικούς νόμους.
β΄. Τιμή καί ἀγάπη πρός τήν Ἐκκλησία
Τιμοῦσε τούς θεσμούς τῆς Ἐκκλησίας πού ὑπηρετοῦσε μέ θεῖο ζῆλο. Χαιρόταν νά λειτουργεῖ, νά προ ΐσταται συνάξεων, νά τελεῖ Ἱερές Ἀκολουθίες, νά ψάλει με΄τήν γλυκύφθογγη φωνή του καί τήν μουσική του κατάρτιση. Κατάρτιζε στελέχη. Ἐνεθάρρυνε πρωτοβουλίες πού ἔδιδαν μαρτυρία τῆς ζωῆς, τῆς πνευαματικόητος τῆς Ἐκκλησίας καί ἐλπίδα στόν κουρασμένο και τραυματισμένο ἀπό τά πάθη τῆς ἁμαρτίας ἄνθρωπο. Σεβόταν τούς θεσμούς τῆς Ἐκκλησίας. Τιμοῦσε τά πρόσωπα τῆς Ἐκκλησίας, τούς Ἁγίους της. Ἐκτιμοῦσε τό πατροπαράδοτο σέβας δηλαδή τήν Ἐκκλησιαστική Παράδοση καί καλοῦσε τούς πιστούς νά ἀντλήσουν ἀπ’ αὐτή ἔμπνευση, παρηγορία, παραδείγματα, ἐνίσχυση καί ἀγωνιστικότητα. Προέτρεπε τούς πάντες ἰδιαίτερα τούς νέους νά τιμοῦν τήν πνευματική τους ταυτότητα καί κληρονομιά, ὅτι εἶναι Ἕλληνες καί Ὀρθόδοξοι.
γ΄. Διακονία πρός τόν πλησίον
Ἤθελε ἡ Ἐκκλησία μέ τήν ποιμαντική Της νά ἀγκαλιάζει ὅλες τίς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου πνευματικές καί ὑλικές. Ἰδιαίτερη μέριμνα ἔδειχνε γιά ὅλες τίς ἡλικίες καί τίς κοινωνικές ὁμάδες γιά τούς μαθητές, τούς φοιτητές, τούς ἐργαζομένους, τούς ἐπιστήμονες, τούς γονεῖς, τούς ἡλικιωμένους, τούς πονεμένους, τούς ἀσθενεῖς. Ἡ εἰδική προσευχή πού εἶχε συνθέσει γιά νά ἀναπέμπεται κατά τήν ἀπόλυση τῆς θείας Λειτουργίας τῶν Χριστουγέννων μαρτυρεῖ περίτρανα ὅτι συνείχετο ἀπό τήν ἀγωνία καί τήν μέριμνα γιά τόν πλησίον, ὅπως ὁμολογεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος : «Τίς ἀσθενεῖ, καὶ οὐκ ἀσθενῶ; τίς σκανδαλίζεται, καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι; » (Πρός Κορινθίους Β΄, ια΄, 29)
* * * * *
2)Θυμώμαστε ὅτι στήν ζωή του ἐπαληθευόταν καθημερινά ἡ δήλωση τοῦ ἀποστόλου Παύλου : «Γι’ αὐτό ἀγωνιζόμαστε μέ ζῆλο γιά νά εἴμαστε εὐάρεστοι στό Θεό».
Ἡ πίστη καί ἐσχατολογική ἐλπίδα τοῦ Προκαθημένου τῆς Ἐκκλησίας μας ἀπό τήν ὁποία ἀντλοῦσε δύναμη γιά νά ἀγωνίζεται ὑποστηρίζοντας τά δίκαια τῆς Ἐκκλησίας καί τά πνευματικά δικαιώματα τῶν πιστῶν ἔχει διατυπωθεῖ ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο ὡς ἑξῆς:
«Οἴδαμεν γὰρ ὅτι ἐὰν ἡ ἐπίγειος ἡμῶν οἰκία τοῦ σκήνους καταλυθῇ, οἰκοδομὴν ἐκ Θεοῦ ἔχομεν, οἰκίαν ἀχειροποίητον αἰώνιον ἐν τοῖς οὐρανοῖς. καὶ γὰρ ἐν τούτῳ στενάζομεν, τὸ οἰκητήριον ἡμῶν τὸ ἐξ οὐρανοῦ ἐπενδύσασθαι ἐπιποθοῦντες, εἴ γε καὶ ἐνδυσάμενοι οὐ γυμνοὶ εὑρεθησόμεθα. καὶ γὰρ οἱ ὄντες ἐν τῷ σκήνει στενάζομεν, βαρούμενοι ἐφ’ ᾧ οὐ θέλομεν ἐκδύσασθαι, ἀλλ᾿ ἐπενδύσασθαι, ἵνα καταποθῇ τὸ θνητὸν ὑπὸ τῆς ζωῆς. ὁ δὲ κατεργασάμενος ἡμᾶς εἰς αὐτὸ τοῦτο Θεός, ὁ καὶ δοὺς ἡμῖν τὸν ἀρραβῶνα τοῦ Πνεύματος. Θαρροῦντες οὖν πάντοτε καὶ εἰδότες ὅτι ἐνδημοῦντες ἐν τῷ σώματι ἐκδημοῦμεν ἀπὸ τοῦ Κυρίου· διὰ πίστεως γὰρ περιπατοῦμεν, οὐ διὰ εἴδους· θαρροῦμεν δὲ καὶ εὐδοκοῦμεν μᾶλλον ἐκδημῆσαι ἐκ τοῦ σώματος καὶ ἐνδημῆσαι πρὸς τὸν Κύριον. διὸ καὶ φιλοτιμούμεθα, εἴτε ἐνδημοῦντες εἴτε ἐκδημοῦντες, εὐάρεστοι αὐτῷ εἶναι. τοὺς γὰρ πάντας ἡμᾶς φανερωθῆναι δεῖ ἔμπροσθεν τοῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ, ἵνα κομίσηται ἕκαστος τὰ διὰ τοῦ σώματος πρὸς ἃ ἔπραξεν, εἴτε ἀγαθὸν εἴτε κακόν» (Πρός Κορινθίους Β΄, ε΄, 1-10)
Δηλαδή : «Ξέρουμε πώς, ἄν ἡ ἐπίγεια σκηνή πού κατοικοῦμε, δηλαδή τό σῶμα, διαλυθεῖ, ἔχουμε στούς οὐρανούς κατοικία αἰώνια, οἰκοδομημένη ἀπό τό Θεό κι ὄχι ἀπό ἀνθρώπινα χέρια. Γι’ αὐτό τώρα στενάζουμε, περιμένοντας μέ λαχτάρα νά ντυθοῦμε τό οὐράνιο σῶμα μας. Κι ἄν νιώθουμε τό οὐράνιο σῶμα, δέ θά μείνουμε γυμνοί. Γιατί ἐμεῖς πού εἴμαστε στό ἐπίγειο σῶμα στενάζουμε ἀπό τό βάρος του. Ὄχι πώς θέλουμε νά τό ἀποβάλουμε· θέλουμε νά ντυθοῦμε ἕνα καινούργιο. Ἔτσι ἡ ζωή θά νικήσει τό θάνατο. Αὐτός πού μᾶς προετοίμασε γι’ αὐτό τό ἄφθαρτο σῶμα εἶναι ὁ Θεός. Αὐτός μᾶς ἔδωσε τό Πνεῦμα ὡς ἐγγύηση. Ἄς ἔχουμε, λοιπόν, πάντα θάρρος κι ἄς ξέρουμε ὅτι ὅσο ζοῦμε σ’ αὐτό τό σῶμα εἴμαστε μακριά ἀπό τόν Κύριο, ζοῦμε τώρα μέ τήν πίστη, δέ βλέπουμε καθαρά. Ἀλλά ἔχουμε θάρρος, καί προτιμᾶμε νά φύγουμε ἀπ’ αὐτό τό σῶμα καί νά πᾶμε κοντά στόν Κύριο. Γι’ αὐτό κι ἀγωνιζόμαστε μέ ζῆλο, γιά νά εἴμαστε εὐάρεστοι στό Θεό, εἴτε μένοντας στό σῶμα εἴτε φεύγοντας ἀπ’ αὐτό. Γιατί ὅλοι μας πρέπει νά παρουσιαστοῦμε μπροστά στό βῆμα τοῦ Χριστοῦ, γιά νά πάρει καθένας τήν ἀμοιβή τοῦ ἀνάλογα μέ τά ὅσα καλά ἤ κακά ἔπραξε σ’ αὐτή τή ζωή»
* * * * *
Γιά ὅλα αὐτά προσευχόμαστε καί παρακαλοῦμε τόν ἐπουράνιο Θεό καί Πατέρα μας, τόν Κύριο ζώντων καί τεθνεώτων καί δίκαιο Κριτή καί Μισθαποδότη ὁ Πρωθιεράρχης νά ἀκούσει τήν εὐκταία φωνή :
«εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου» (Ματθαίου κε΄, 21).
Δηλαδή : «Εὖγε, καλέ καί ἔμπιστε δοῦλε! Ἀποδείχτηκες ἀξιόπιστος σέ μικρές ὑποθέσεις, γι’ αὐτό θά σοῦ ἐμπιστευτῶ μεγαλύτερες. Ἔλα νά γιορτάσεις μαζί μου».